Η κατάθλιψη είναι περίπου 3 φορές πιο συχνή σε ασθενείς μετά από ένα οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου (ΟΕΜ) σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Μελέτες που διεξήχθησαν σε νοσοκομεία δείχνουν ότι 15% έως 20% των ασθενών με έμφραγμα του μυοκαρδίου πληρούν τα διαγνωστικά κριτήρια, σύμφωνα με το DSM, για μείζονα κατάθλιψη και ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό παρουσιάζει ένα αυξημένο αριθμό καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Τα ποσοστά επικράτησης της κατάθλιψης έχει αποδειχθεί ότι είναι υψηλότερα μεταξύ των γυναικών στο γενικό πληθυσμό και μεταξύ των «καρδιακών» ασθενών, με πρόσφατες ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι οι νέες γυναίκες ενδέχεται να διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο για κατάθλιψη μετά από ΟΕΜ. Εκτιμήσεις για την επικράτηση της κατάθλιψης σε ασθενείς που νοσηλεύονται για ασταθή στηθάγχη, αγγειοπλαστική, bypass και χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης βαλβίδας είναι παρόμοιες με αυτές των ασθενών με ΟΕΜ, με ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα σε ασθενείς με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Ωστόσο, οι διαθέσιμες μελέτες δείχνουν ότι τόσο η μείζονα κατάθλιψη αυτή καθ’ αυτή, όσο και τα αυξημένα καταθλιπτικά συμπτώματα, είναι επίσης στατιστικά σημαντικά υψηλότερα μεταξύ των ατόμων με στεφανιαία νόσο στο γενικό πληθυσμό, σε σύγκριση με άτομα χωρίς καρδιακή νόσο. Σύμφωνα με μια άλλη μελέτη, διαπιστώθηκε ότι η συνύπαρξη μείζονος κατάθλιψης και χρόνιων παθήσεων συνδέεται με περισσότερες ιατρικές επισκέψεις, περισσότερες επισκέψεις σε τμήματα επειγόντων περιστατικών, περισσότερες ημέρες παραμονής στο κρεβάτι λόγω ασθένειας και μεγαλύτερη λειτουργική έκπτωση.
Στην πραγματικότητα, οι περισσότερες μελέτες που εξέτασαν τη σχέση αύξησης της σοβαρότητας της κατάθλιψης και των καρδιακών επεισοδίων, έχουν δείξει γραμμική σχέση μεταξύ των ανωτέρω, με την σοβαρή κατάθλιψη να προκαλεί και πιο σοβαρή καρδιακή επιβάρυνση. Υπάρχει γενική συναίνεση στο ότι η κατάθλιψη παραμένει συνδεδεμένη με τουλάχιστον διπλάσιο κίνδυνο καρδιακών επεισοδίων για χρονικό διάστημα άνω των 2 ετών μετά από ΟΕΜ.
Τόσο βιολογικοί όσο και συμπεριφορικοί μηχανισμοί έχουν προταθεί για να εξηγήσουν τη σχέση μεταξύ κατάθλιψης και καρδιακής νόσου. Σε σύγκριση με άτομα ελεύθερα καταθλιπτικών συμπτωμάτων, οι καταθλιπτικοί ασθενείς με στεφανιαία νόσο συχνά έχουν υψηλότερα επίπεδα των βιοδεικτών που προβλέπουν επόμενα καρδιακά επεισόδια ή επιδείνωση της αθηροσκληρωτικής νόσου. Ακόμα, η κατάθλιψη μπορεί να συσχετίζεται με άλλες ψυχικές διαταραχές (όπως για παράδειγμα διαταραχές άγχους) που έχουν επίσης επιβαρυντικό ρόλο στην πρόγνωση της καρδιακής νόσου. Τέλος, ορισμένες συμπεριφορές και κοινωνικά χαρακτηριστικά των ασθενών με κατάθλιψη μπορούν επίσης να συμβάλουν αρνητικά στην ανάπτυξη και εξέλιξη της στεφανιαίας νόσου. Αυτές περιλαμβάνουν την κακή διατροφή, την έλλειψη άσκησης, την αμέλεια στη λήψη της φαρμακευτικής αγωγής, το κάπνισμα, καθώς και την κοινωνική απομόνωση και το χρόνιο stress που συχνά παρουσιάζουν οι καταθλιπτικοί ασθενείς.
Περισσότερες πληροφορίες για τη συσχέτιση κατάθλιψης και καρδιακών νοσημάτων στο American Heart Association Science Advisory, http://circ.ahajournals.org/content/118/17/1768.long